Απόφαση για απεργιακή κινητοποίηση: 10 Φεβρουαρίου 2021

Σε εφαρμογή της απόφασης της 25ης Ιανουαρίου 2021  όπως επιβεβαιώθηκε και την 31η Ιανουαρίου 2021 σε δύο ανοικτά ΔΣ του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ προκηρύσσουμε απεργιακή κινητοποίηση την Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου σε συντονισμό  με άλλους συλλόγους μελών ΔΕΠ ενάντια στη ψήφιση του Νομοσχεδίου «Εισαγωγή στη Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις».

Συντονιζόμαστε με άλλους Συλλόγους ΔΕΠ, ΕΤΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΕΠ και φοιτητικούς συλλόγους και συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις που θα πραγματοποιηθούν.

Ανακοίνωση του Δ.Σ. του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ Παντείου Πανεπιστημίο

Αγωνιζόμενοι για ένα Δημόσιο, Δωρεάν και Δημοκρατικό Πανεπιστήμιο

Στη διαμόρφωση εκπαιδευτικής πολιτικής, βαρύνουσας σημασίας είναι η συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερόμενων φορέων δράσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, ενώ θα πρέπει να έχει προηγηθεί και να βρίσκεται σε εξέλιξη η εμπεριστατωμένη έρευνα και αξιολόγηση των θεμάτων που τίθενται κάθε φορά στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Δυστυχώς, οι πρακτικές που ακολουθούνται αρκετές φορές είναι αυταρχικές και μονομερείς, ενώ έρευνες που έχουν γίνει δε μελετώνται και έτσι λαμβάνονται αποφάσεις είτε χωρίς εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση είτε στη βάση πρακτικών «εκπαιδευτικού δανεισμού» ή μεταφοράς πολιτικής. Εκτιμούμε ότι αυτή είναι η κατάσταση σήμερα στις επιχειρούμενες πολιτικές για το Πανεπιστήμιο, θεσμό που ιστορικά διακρίνεται για τη μεγαλύτερη αυτονομία του, ακόμη και σε κατά παράδοση συγκεντρωτικά εκπαιδευτικά συστήματα, όπως είναι το ελληνικό. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε να είχε διασφαλιστεί η ενεργή και ουσιαστική συμμετοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας στη διαμόρφωση της επιχειρούμενης εκπαιδευτικής αλλαγής, εφόσον πρόθεση της Πολιτείας είναι η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος γενικά και της ανώτατης εκπαίδευσης ειδικά. 

Όσον αφορά στο πρώτο μέρος του κατατεθέντος στη Βουλή νομοσχεδίου για την ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα μας, με τίτλο «Ρυθμίσεις θεμάτων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση», η επιχειρούμενη καθιέρωση της «ελάχιστης βάσης εισαγωγής» παραπέμπει σε μείωση των εισακτέων (μείωση κατά τουλάχιστον 30.000 φοιτητών το χρόνο) και την περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης για την ανώτατη εκπαίδευση, που αναμένεται να οδηγήσει σε συγχωνεύσεις Ιδρυμάτων, Σχολών και Τμημάτων και έτσι σε συρρίκνωση της παρεχόμενης δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης. Το επιχείρημα της διασφάλισης του υψηλού επιπέδου των γνώσεων των εισακτέων στην ανώτατη εκπαίδευση θα μπορούσε να είναι πιο πειστικό αν συνοδευόταν από την ποιοτική αναβάθμιση των σπουδών στο Λύκειο και την καθιέρωση της ενισχυτικής διδασκαλίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αντί αυτών, επιχειρείται η θεσμοθέτηση νέων ανυπέρβλητων εμποδίων πρόσβασης στο δημόσιο αγαθό της ανώτατης εκπαίδευσης, με χιλιάδες λαϊκές οικογένειες κάθε χρόνο να αναγκάζονται να στραφούν προς τις αμφίβολης ποιότητας ιδιωτικές υπηρεσίες εκπαίδευσης των «κολεγίων». Καταστρατηγείται έτσι ένας κεντρικός στόχος της εκπαιδευτικής πολιτικής, που είναι η απόδοση της «ισότητας εκπαιδευτικών ευκαιριών», η παροχή και η χρηματοδότηση από το κράτος της ανώτατης εκπαίδευσης ως κοινωνικού δικαιώματος.  

Όσον αφορά στο δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου, με τίτλο «Προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος», η σύσταση Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος, οι οποίες θα στελεχώνονται από κατώτερους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. και ειδικούς φρουρούς, καθώς και το Πειθαρχικό Δίκαιο για τους φοιτητές, σε καμία περίπτωση δε συνάδουν με το ρόλο του Πανεπιστημίου ως θεσμού, που ιστορικά είναι η προώθηση της Επιστήμης μέσω της έρευνας και της διδασκαλίας και η μόρφωση του πολίτη. Οι καθηγητές/καθηγήτριες και οι φοιτητές/φοιτήτριες βρίσκονται στο χώρο του Πανεπιστημίου έχοντας ως κεντρική αποστολή την ελεύθερη αναζήτηση της γνώσης για την προώθηση της Επιστήμης. Σε αυτό το πλαίσιο, το κράτος θα έπρεπε να δείχνει εμπιστοσύνη στο Πανεπιστήμιο ότι επιτελεί τις κεντρικές και αλληλένδετες αυτές λειτουργίες, που η ιστορία της ανθρωπότητας μας δείχνει ότι την ωφέλησαν. Η παρουσία ειδικού αστυνομικού σώματος στον πανεπιστημιακό χώρο είναι σε ευθεία αντίθεση με τον ιστορικό αυτό ρόλο του Πανεπιστημίου. Επιπλέον, το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου παραπέμπει στη λήψη αποφάσεων από τα ίδια τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα για τη φύλαξη και προστασία τους, και για το κάλεσμα της Αστυνομίας όταν εντοπίζονται αξιόποινες πράξεις στο χώρο τους, κάτι που άλλωστε προβλέπεται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Πέραν τούτων η κρατική χρηματοδότηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας θα μπορούσε να διατεθεί για τη βελτίωση των ακαδημαϊκών λειτουργιών του ελληνικού Πανεπιστημίου, με την ενίσχυση των ανθρώπινων και υλικών πόρων του. Ζητήματα διευθέτησης πειθαρχικών παραπτωμάτων των φοιτητών ήδη εντάσσονται στους Εσωτερικούς Κανονισμούς πολλών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, παρόλο που αξιόποινες πράξεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο αντιμετώπισής τους απλά από το Ποινικό Δίκαιο. Ειδικά για το ειδικό αστυνομικό σώμα, θα θέλαμε να επισημάνουμε για άλλη μια φορά ότι δεν απαντάται σε πανεπιστήμια της Ευρώπης, παρά μόνο σε αμερικάνικα πανεπιστήμια. Έχουμε, λοιπόν, την αίσθηση ότι η επιχειρούμενη ρύθμιση περί σύστασης «Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος» αποτελεί μία πρακτική μεταφοράς πολιτικής («δανεισμού») από την αμερικάνικη ανώτατη εκπαίδευση στην ελληνική. Όμως, θα πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη ότι οι εν λόγω χώρες διαφέρουν κατά πολύ όσον αφορά στο κοινωνικο-οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό τους πλαίσιο, και όσον αφορά στην εκπαιδευτική τους παράδοση. Επίσης ανησυχητικές είναι οι δηλώσεις από ορισμένους κυβερνώντες που επικαλέσθηκαν την εποχή της δικτατορίας των συνταγματαρχών, για την ενίσχυση του επιχειρήματος τους για την εγκαθίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας ως πρακτικής που υπήρξε και στο παρελθόν.  

Κάνουμε ως εκ τούτου έκκληση στην Πολιτεία να αποσύρει το νομοσχέδιο, να ακούσει έστω και την τελευταία στιγμή τη φωνή της ακαδημαϊκής κοινότητας, η οποία τίθεται σύσσωμη εναντίον του. Κάνουμε έκκληση για ένα δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό Πανεπιστήμιο, το οποίο υπερασπιζόμαστε και θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις!    

Δηλώνουμε την αποφασιστικότητά μας να αγωνιστούμε με κάθε νόμιμο και θεμιτό μέσο για την αποτροπή και ακύρωση αυτού του αντιδημοκρατικού και αντιδραστικού νομοσχέδιου.